Δυνάμει της υπ’ αριθμ. 2017/2023 απόφασης στην οποία παραστάθηκε η δικηγόρος Μαρία Μοσχοπούλου, έγινε δεκτός ο λόγος ανακοπής μας, και ακυρωθηκε η επίμαχη διαταγή πληρωμής, καθώς όπως έκρινε η απόφαση:
Περαιτέρω, όμως, στο μέτρο που με τον ως άνω λόγο ο ανακόπτων, επικουρικά, αμφισβητεί ότι με τα προσκομιζόμενα κατά τη διαταγή πληρωμής έγγραφα αποδεικνύεται η απαίτηση της καθ’ης ο οποίος συνιστά αμφισβήτηση της έγγραφης απόδειξης της απαίτησης, ο λόγος αυτός είναι παραδεκτός και νόμιμος, (ΟλΑΠ 10/1997), απορριπτομένου του ισχυρισμού περί αοριστίας αυτού που πρόβαλε η δεύτερη καθ’ης με προφορική δήλωση της πληρεξούσιας δικηγόρου της, που καταχωρίστηκε στα πρακτικά και με τις προτάσεις της στηριζόμενος στις διατάξεις των άρθρων 623 και 633 ΚΠολΔ, πρέπει, δε, να γίνει δεκτός ως βάσιμος κατ’ ουσίαν. Τούτο διότι όταν ο λόγος στηρίζεται στην αμφισβήτηση των θετικών προϋποθέσεων για την έκδοση της διαταγής πληρωμής όπως στην προκειμένη περίπτωση που αμφισβητείται η έγγραφη απόδειξη της απαίτησης τότε ο δανειστής έχει υποχρέωση να αποδείξει της συνδρομή τους διότι οι προϋποθέσεις αυτές είναι απαραίτητες για την επέλευση της έννομης συνέπειες ήτοι της έκδοσης έγκυρης διαταγής πληρωμής (βλ. Κ.Μπέη, Πολιτική Δικονομία, Ερμηνεία των άρθρων, ειδικές διαδικασίες σελ.244, ΕφΠεφ 64/2021, ΕφΠειρ 575/2022 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ). Στην προκειμένη περίπτωση, παρότι ο ανακόπτων αμφισβητεί ότι τα προσκομιζόμενα για έκδοση της διαταγή πληρωμής έγγραφα ήτοι: 1) η από 22.11.2011 σύμβαση χορήγησης εντόκου δανείου, 2) η από 22.11.2011 πρόσθετη πράξη μεταβολής επιτοκίου, 3) η από 02.12.2012 εξώδικη καταγγελία, με την έκθεση επίδοσης αυτής και 4) το από 02.12.2011 έως 02.10.2012 απόσπασμα λογαριασμού από τα εμπορικά βιβλία της Τράπεζας τα οποία αποτελούν βάσει ρητού όρου της σύμβασης του εκάστοτε οφειλόμενου ποσού, αποδεικνύουν προσηκόντως και πλήρως την απαίτηση της αιτούσας δανείστριας-τράπεζας η φέρουσα το βάρος απόδειξης καθ’ης η οποία διαχειρίζεται την απαίτηση εκ της διαταγής πληρωμής, που μεταβιβάστηκε από την αρχική δανειστρια «…… ΤΡΑΠΕΖΑ Α.Ε.» στην αλλοδαπή εταιρία ειδικού σκοπού με την επωνυμία «……………….», δεν επικαλέστηκε με τις προτάσεις της και δεν προσκόμισε κανένα εκ των ως άνω εγγράφων. Ως εκ τούτου, επειδή δεν αποδείχθηκε η αμφισβητούμενη έγγραφη απόδειξη της απαίτησης για την οποία εκδόθηκε η ανακοπτόμενη διαταγή πληρωμής ο δεύτερος λόγος ανακοπής κατά το ως άνω σκέλος του, πρέπει να γίνει δεκτός ως ουσία βάσιμος.
Η ανωτέρω απόφαση αναφέρεται στη σημασία της παροχής εγγραφής απόδειξης σε μια διαδικασία ανακοπής διαταγής πληρωμής. Ουσιαστικά, τονίζει το νομικό πλαίσιο που διέπει την απόδειξη της απαίτησης μέσω της προσκόμισης σχετικών εγγράφων κατά τη διαδικασία της διαταγής πληρωμής.
Επισημαίνει την υποχρέωση του δανειστή να αποδείξει την απαίτηση όταν αυτή αμφισβητείται, υπογραμμίζοντας την ανάγκη για ακριβή και πλήρη προσκόμιση των απαιτούμενων εγγράφων. Η επισήμανση ότι οι θετικές προϋποθέσεις για την έκδοση της διαταγής πληρωμής πρέπει να αμφισβητηθούν σωστά και νομίμως, καθιστά σαφές το βάρος απόδειξης που φέρει ο δανειστής.
Η αναφορά σε συγκεκριμένα έγγραφα, όπως συμβάσεις δανείου, πράξεις μεταβολής επιτοκίου, εξώδικες καταγγελίες και αποσπάσματα λογαριασμού, αποτελεί παράδειγμα της λεπτομέρειας και της συγκεκριμένης φύσης των απαιτούμενων εγγράφων για την αποδεικτική διαδικασία.
Το σκεπτικό της εν λόγω απόφασης έχει όπως εκτέθηκε από το Δικαστήριο:
Με τον δεύτερο λόγο ανακοπής ο ανακόπτων ισχυρίζεται ότι η ανακοπτόμενη διαταγή πληρωμής εκδόθηκε με βάση δήθεν προσκομιζόμενα και επισυναπτόμενα στην αίτηση έγγραφα, τα οποία όμως δεν προσκομίστηκαν κατά την υποβολή της αίτησης, άλλως επικουρικώς δεν αποδεικνύεται αν προσκομίστηκαν όλα και αν πράγματι αποδεικνύουν την απαίτηση της δανείστριας τράπεζας. Ότι η έλλειψη εγγράφου αποδείξεως της νομιμότητας του τίτλου καθώς και της επιτασσόμενης απαίτησης, λόγω απουσίας των εγγράφων που θεμελιώνονται κατά την υποβολή της αίτησης, συνιστά ανεπίτρεπτη παραβίαση του δικαιώματος δικαστικής προστασίας του ανακόπτοντος. Περαιτέρω εκθέτει ότι δεν αποδεικνύεται αν και πότε επιδόθηκε για πρώτη φορά η διαταγή πληρωμής στον ίδιο, ενώ κατά το χρονικό διάστημα της νόμιμης προθεσμίας προς άσκηση της ανακοπής κατά του τίτλου ουδέν εκ των εγγράφων υφίσταται στο φάκελο του Δικαστηρίου, ενώ η καθ’ ης η οποία επέδωσε για δεύτερη δήθεν φορά την ανακοπτόμενη διαταγή πληρωμής, ουδόλως συγκοινοποίησε τα έγγραφα που προσκομίστηκαν κατά την έκδοση διαταγής πληρωμής. Ο λόγος αυτός κατά το σκέλος αυτού με το οποίο ο ανακόπτων αρνείται το γεγονός ότι προσκομίστηκαν ενώπιον του Δικαστή του Μονομελούς Πρωτοδικείου τα αποδεικνύοντα την απαίτηση έγγραφα πρέπει να απορριφθεί ως νομικά αβάσιμος, διότι από το συνδυασμό των διατάξεων των άρθρων 312 και 438 ΚΠολΔ, συνάγεται ότι βεβαίωση του Δικαστή ότι προσκομίστηκαν τα αναφερόμενα στη διαταγή πληρωμής έγγραφα αποτελεί πλήρη απόδειξη, ως προς το γεγονός αυτό και ανταπόδειξη επιτρέπεται μόνο με την προσβολή του εγγράφου αυτού ως πλαστού. Περαιτέρω, όμως, στο μέτρο που με τον ως άνω λόγο ο ανακόπτων, επικουρικά, αμφισβητεί ότι με τα προσκομιζόμενα κατά τη διαταγή πληρωμής έγγραφα αποδεικνύεται η απαίτηση της καθ’ης ο οποίος συνιστά αμφισβήτηση της έγγραφης απόδειξης της απαίτησης, ο λόγος αυτός είναι παραδεκτός και νόμιμος, (ΟλΑΠ 10/1997), απορριπτομένου του ισχυρισμού περί αοριστίας αυτού που πρόβαλε η δεύτερη καθ’ης με προφορική δήλωση της πληρεξούσιας δικηγόρου της, που καταχωρίστηκε στα πρακτικά και με τις προτάσεις της στηριζόμενος στις διατάξεις των άρθρων 623 και 633 ΚΠολΔ, πρέπει, δε, να γίνει δεκτός ως βάσιμος κατ’ ουσίαν. Τούτο διότι όταν ο λόγος στηρίζεται στην αμφισβήτηση των θετικών προϋποθέσεων για την έκδοση της διαταγής πληρωμής όπως στην προκειμένη περίπτωση που αμφισβητείται η έγγραφη απόδειξη της απαίτησης τότε ο δανειστής έχει υποχρέωση να αποδείξει της συνδρομή τους διότι οι προϋποθέσεις αυτές είναι απαραίτητες για την επέλευση της έννομης συνέπειες ήτοι της έκδοσης έγκυρης διαταγής πληρωμής (βλ. Κ.Μπέη, Πολιτική Δικονομία, Ερμηνεία των άρθρων, ειδικές διαδικασίες σελ.244, ΕφΠεφ 64/2021, ΕφΠειρ 575/2022 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ). Στην προκειμένη περίπτωση, παρότι ο ανακόπτων αμφισβητεί ότι τα προσκομιζόμενα για έκδοση της διαταγή πληρωμής έγγραφα ήτοι: 1) η από 22.11.2011 σύμβαση χορήγησης εντόκου δανείου, 2) η από 22.11.2011 πρόσθετη πράξη μεταβολής επιτοκίου, 3) η από 02.12.2012 εξώδικη καταγγελία, με την έκθεση επίδοσης αυτής και 4) το από 02.12.2011 έως 02.10.2012 απόσπασμα λογαριασμού από τα εμπορικά βιβλία της Τράπεζας τα οποία αποτελούν βάσει ρητού όρου της σύμβασης του εκάστοτε οφειλόμενου ποσού, αποδεικνύουν προσηκόντως και πλήρως την απαίτηση της αιτούσας δανείστριας-τράπεζας η φέρουσα το βάρος απόδειξης καθ’ης η οποία διαχειρίζεται την απαίτηση εκ της διαταγής πληρωμής, που μεταβιβάστηκε από την αρχική δανειστρια «…… ΤΡΑΠΕΖΑ Α.Ε.» στην αλλοδαπή εταιρία ειδικού σκοπού με την επωνυμία «……………….», δεν επικαλέστηκε με τις προτάσεις της και δεν προσκόμισε κανένα εκ των ως άνω εγγράφων. Ως εκ τούτου, επειδή δεν αποδείχθηκε η αμφισβητούμενη έγγραφη απόδειξη της απαίτησης για την οποία εκδόθηκε η ανακοπτόμενη διαταγή πληρωμής ο δεύτερος λόγος ανακοπής κατά το ως άνω σκέλος του, πρέπει να γίνει δεκτός ως ουσία βάσιμος.
Τέλος, η ανάλυση κλείνει επισημαίνοντας την απόρριψη του ισχυρισμού περί αοριστίας, θεωρώντας τον λόγο ανακοπής βάσιμο κατ’ ουσίαν, κάτι που υπογραμμίζει τη σημασία της σαφήνειας και της ακρίβειας στην παροχή νομικών επιχειρημάτων και στοιχείων.
